η φωνή σου

η στήλη μας

   
Μετανάστης
Αδέσμευτο περιοδικό στο διαδίκτυο

Εκδίδεται από επιτροπή

metanastis@metanastis.com
 


Κι εσύ λαέ βασανισμένε πληρώνεις την αδιαφορία σου 
 

ΕΠΕΨ
Επιστολική Ψήφος

Λογοτεχνία της διασποράς  ΕΕΛΣΠΗ

Ελληνική Γλώσσα 

Οργανισμός 
 διεθνοποίησης
 Ελληνικής Γλώσσας
ΟΔΕΓ

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ

Ελληνική Μουσική

Τέχνη & Πολιτισμός

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

ΜΑΥΡΑ-ΚΟΚΚΙΝΑ 

Ποίηση

Ενδιαφέροντες
Κόμβοι

Επιστολές

Αρχείο

 Ελληνικό Θέατρο
Βούπερταλ
Griechisches Theater
Wuppertal

Αλέξανδρος ο Μέγας

Alexander der Grosse

 DIAGORAS

ΔΙΑΓΟΡΑΣ
 ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
 

 

 

ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ
Ο μεγάλος τρικαλινός βιρτουόζος του μπουζουκιού, ο μεγάλος ζωγράφος του ελληνικού τραγουδιού!
Σπύρος Γκάρος, 24.01.2006

Ο αείμνηστος Βασίλης Τσιτσάνης γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 18 του Γενάρη 1915, το τέταρτο από τα έξη παιδιά του Κώστα και της Βικτωρίας. Οι γονείς του ήταν και οι δύο Ηπειρώτες. Ο πατέρας από το Μέτσοβο και η μητέρα του από τα Ζαγόρια. Τσαρουχάς ήταν ο κυρ. Κώστας, είχε δικό του τσαρουχάδικο στα Τρίκαλα. Δούλευε σκληρά για να καταφέρει να συντηρήσει τη πολυμελή οικογένειά του. Μέσα στο τσαρουχάδικο σε μία γωνιά ανάμεσα στα τσαρούχια στα σφυριά και τ' αμόνια ήταν κρεμασμένη μία "μαντόλα". Όταν ο μπάρμπα-Κώστας είχε κέφια ή σεκλέτια την ξεκρέμαγε την κούρδιζε και το 'ριχνε στο τραγούδι, ως επι τω πλείστον κλέφτικα και δημοτικά τραγούδια. Ο μικρός Βασίλης καμάρωνε τον πατέρα του κι από μέσα του ευχόταν να μπορέσει και αυτός μία ημέρα να κάνει το ίδιο. Που και που δοκίμαζε τις πρώτες νότες, έγραφε στιχάκια και τραγουδάκια και προσπαθούσε να τους δώσει με την μαντόλα του πατέρα του ήχο και χρώμα. Τo 1927 όταν ήταν ακόμα δώδεκα χρονών, πέθανε ο κυρ-Κώστας και άφησε στο μικρό Βασίλη μοναδική κληρονομιά τη "Μαντόλα". Ο Βασίλης αφού της μάκρυνε το χέρι, τη μετέτρεψε σε μπουζούκι. Το μπουζούκι ήταν το μεράκι του. Το βιολί το μπουζούκι και το μπαγλαμαδάκι, αυτά τα τρία όργανα έμαθε ο Βασίλης να τα παίζει στα δάχτυλα και με τα δάχτυλα. Κατ' αρχήν άρχισε ο Τσιτσάνης να διδάσκεται βιολί και μαντόλα , δάσκαλος του ήταν ο Ιταλός μαέστρος Γκιόσας, αυτός ερχόταν με το συγκρότημά του "το τρίο Μπαρόνι" κάθε καλοκαίρι από την Ρώμη στα Τρίκαλα. Όταν ο Βασίλης έγινε 14 χρονών άρχισε να συνθέτει τα πρώτα του τραγούδια, ένα από αυτά ήταν η αιτία να μείνει μετεξεταστέος στο μάθημα της γεωγραφίας. Μια μέρα στη τάξη τραγούδησε το καινούριο του σουξέ, ...μες στην Παραγουάη σ' ένα φίνο ακρογιάλι... Αμέσως την άλλη ημέρα τον φώναξε ο καθηγητής στο γραφείο καιτου λέει: έτσι λοιπόν κ. Τσιτσάνη, η Παραγουάη έχει φίνο ακρογιάλι... Έλα το Σεπτέμβριο να μας δείξεις που βρίσκεται να πάμε κι εμείς ένα ταξιδάκι. Και ο Βασίλης ένα καλοκαίρι ίδρωνε και ξεϊδρωνε -όχι στη Παραγουάη, αλλά στα Τρίκαλα-, για να μάθει καλά τη Γεωγραφία. Στις 26 Μαΐου 1929, ο αθλητής Βασίλης Τσιτσάνης πήρε από τον Δήμο Τρικάλων, το έπαθλο "Χρυσό Καλαμάρι" στο άλμα τριπλούν, με 11,41 μέτρα, έσπασε ρεκόρ. Είκοσι χρονών, στιλάτος και ωραίος, έρχεται στη Πρωτεύουσα για να σπουδάσει νομικά στο πανεπιστήμιο. Το όνειρο του ήταν να γίνει δικηγόρος. Πλην όμως η Αθήνα ήταν ακριβή, τα χρήματα δεν έφταναν για την συντήρηση του, το ενοίκιο κτλ. Έτσι αναγκάζεται ν΄ αλλάξει σχέδια και αρχίζει να εργάζεται με το μπουζούκι του σε διάφορα νυχτερινά κέντρα. Κατ' αρχήν στο κέντρο "Μπιζέλια" και αργότερα στο "Κουκλάκι". Το 1937 συνόδευε στα τραγούδια τον γνωστό τραγουδιστή Περδικόπουλο, (...σιγά καλέ μου σιγά, σιγά την άμαξα...). Τον ίδιο χρόνο υπογράφει συμβόλαιο με την εταιρία δίσκων (78 στροφών) "ODEON". Από εκεί και πέρα παίζει και τραγουδά στο κέντρο "Πλάτανος", το οποίο κάθε βράδυ γεμίζει από φοιτητές που πηγαίνουν ν' ακούσουν το μπουζούκι του Τσιτσάνη! Κατά τα τέλη του 1937 εγκαταλείπει την Αθήνα και φεύγει για τη Θεσσαλονίκη που μέχρι το 1940 υπηρετεί στο στράτευμα. Από τα 20 μέχρι και 23 χρόνια γράφει 153 τραγούδια, ένα μπαράζ επιτυχιών! "Αρχόντισσα", "Τσιγκάνα μου γλυκιά", "Στο φίνο ακρογιάλι", "Καλαμπακιώτισσα" κ.α Τα τραγούδια του τα φωνογράφησε στις εταιρίες

"Χις-Μάστερ-Βόϊς" και "Κολούμπια". Όταν ο μαέστρος της Κολούμπια, Πάνος Τούντας, άκουσε ένα οργανικό κομμάτι του Τστσάνη, αναφώνησε: "Αυτό παιδί μου Τσιτσάνη, είναι συμφωνικό έργο, είναι κονσέρτο, είναι θαύμα, αριστούργημα!", Οι συνθέσεις του Τσιτσάνη τραγουδήθηκαν από γνωστούς τραγουδιστές, π.χ ο Στράτος Παγιουμτζής, οι Μάρκος Βαμβακάρης και Απόστολος Χατζηχρήστος, η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, η Νταίζη Σταυροπούλου και η Ισπανίδα σοπράνο Ελβίρα-Ιντάλγκο-Κάκη (αυτή υπήρξε για ένα χρονικό διάστημα καθηγήτρια της Μαρίας Κάλλας). Το 1942 παντρεύεται τη Ζωή Σαμαρά από τα Γρεβενά. Κουμπάρος γίνεται ο διοικητής Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, Νίκος Μονοχούντης, προσωπικός φίλος και θαυμαστής του έργου του Τσιτσάνη. Με την Ζωή ο Βασίλης απέκτησε δύο παιδιά, τον Κώστα και την Βικτωρία. Μέχρι το 1946 παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη τραγουδώντας σε διάφορα κέντρα. Το 1943 έπαιξε στη ταβέρνα του "Kουτσούρα Δαλαμάγκα", εκεί έγραψε και τα περίφημα τραγούδια: "Μπαξέ τσιφλίκι", "Αραπίνες", "το Μπλόκο", "Στα Τρίκαλα στα δυο βουνά", "Στου Αλευρά τη μάντρα". Παρ' όλο που είχε κουμπάρο τον διοικητή της Χωροφυλακής αυτό δεν τον εμπόδισε να εκφράσει τα συναισθήματα του υπέρ της Εθνικής Αντίστασης και να γράψει δύο ύμνους για το ΕΑΜ / ΕΛΑΣ. Αυτό έγινε το 1944. Απ' ό,τι αναφέρει ο στιχουργός Κ. Βίρβος, αυτούς τους ύμνους τους τραγούδησε ο Τσιτσάνης κρυφά στο ουζερί του το 1946 που ξαναγύρισε πάλι στην Αθήνα.

Ζήτω το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ

"... Χρόνια τώρα πάνω στα βουνά
της Ελλάδας τα γερά παιδιά
το ντουφέκι πάντα συντροφιά
πολεμούν για την λευτεριά
ζήτω το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ
της ΕΠΟΝ ο κάθε ήρωας
δόξα και τιμή στους τρεις εσάς..."

Οι ύμνοι δεν ηχογραφήθηκαν σε δίσκο, αλλά τραγουδήθηκαν από τους αριστερούς. Το 1946 ξανάρχεται ο Τσιτσάνης στην Αθήνα, και στα υπόλοιπα 37 χρόνια προτού αρρωστήσει, γράφει αδιάκοπα καινούριες επιτυχίες που γίνονται γνωστές από νέα ονόματα τραγουδιστών, (Τσαουσάκης, Μπέλου, Νίνου, Χρυσάφη αλλά και παλαιότερους συνεργάτες του). Τα τραγούδια του Τσιτσάνη εκφράζουν τον πόνο της προσφυγιάς, τον αγώνα, το μόχθο, μιλούν περισσότερο στις καρδιές των φτωχών των ταλαιπωρημένων.

Τραγούδια για όλες τις ψυχικές καταστάσεις των ανθρώπων για όλα τα κοινωνικά στρώματα: "Κάποια μάνα αναστενάζει" - "Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι" -  "Αντιλαλούνε τα βουνά" - "Χωρίσαμε ένα δειλινό" - "Όμορφη Θεσσαλονίκη". Στη κορυφή των επιτυχιών βρίσκεται η "Συννεφιασμένη Κυριακή". Ό,τι αισθάνομαι το στιχουργώ, το μελοποιώ, του δίνω ζωή και φτερά, με το μπουζούκι και το μπαγλαμαδάκι μου το τραγουδώ. Οι στίχοι και οι νότες είναι εκφράσεις της ψυχής μου. Είναι η ίδια η ζωή μου, είναι η ζωή όλων των ανθρώπων, με τις λύπες και τις χαρές της. Ο Βασίλης ήταν μία αστείρευτη πνευματική πηγή, ήταν ποιητής και ταυτόχρονα ζωγράφος, ζωγράφιζε με την μουσική και με τα τραγούδια που έγραφε! Ήταν ο ,,Θεόφιλος,, της λαϊκής τέχνης. Ένας συνετός προσγειωμένος άνθρωπος, ένας μεγαλοφυής συνθέτης!

Δίπλα του αναδείχτηκαν τα μεγαλύτερα αστέρια του λαϊκού τραγουδιού: η Μπέλου, η Νίνου, η Δούκισα, η Ντάλμα, η Χασκίλ, ο Γαβαλάς, ο Μπιθικώτσης, ο Καζαντζίδης, και άλλοι πολλοί.

Στις 18 του Γενάρη 1985, ακριβώς ανήμερα των γενεθλίων του σε ηλικία εβδομήντα ετών, ο Τσιτσάνης άφησε στο Λονδίνο, μετά από μακρόχρονη ασθένεια, την τελευταία του πνοή. Ταυτόχρονα άφησε πίσω του ένα μεγάλο όνομα, το όνομα του μεγάλου Θεσσαλού, Τρικαλινού βιρτουόζου της λαϊκής μουσικής τέχνης, του Βασίλη Τσιτσάνη! Η μουσική και τα τραγούδια του δεν περιορίστηκαν μόνο στον ελληνικό χώρο, αλλά σ΄ όλη την Ευρώπη και την Αμερική, όπου υπάρχουν Έλληνες. Για μας τουλάχιστον η "Συννεφιασμένηι Κυριακή" ήταν η καθημερινότητα. Το 1980, η Ουνέσκο, όταν ο Βασίλης ήταν 65 χρονών, ηχογραφεί, με τον τίτλο "Το χάραμα" μια σειρά από "ταξίμια και σόλο" αλλά και τη φωνή του όπως πραγματικά ακουγόταν. Στις 14.3.1985 έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, του χορηγείται το βραβείο από την Μουσική Ακαδημία "Charles Gros". Τα βραβεία που χορηγεί η Ακαδημία σε δίσκους για τη μουσική τους ποιότητα, αποτελούν τη μεγαλύτερη διάκριση που μπορεί ν' απονεμηθεί σε καλλιτέχνη της μουσικής. Από την Ακαδημία "Charles Gros" έχουν, εκτός των άλλων, βραβευτεί ο D. Scarlati, η οικογένεια Bach και ο D. Ellington. Προς τιμή του Τσιτσάνη η γενέτειρα του, ο δήμος Τρικάλων, έχει δώσει το όνομά του σε κεντρική οδό της πόλεως. Εκτός αυτού η Νομαρχία έχει καθιερώσει το ετήσιο φεστιβάλ τραγουδιού "Τσιτσάνη". Μπορεί ο Τσιτσάνης να μην υπάρχει πλέον, τα τραγούδια του όμως υπάρχουν στις καρδιές μας και τον επαναφέρουμε στη μνήμη μας. Ιδιαίτερα εμείς της γενιάς του πολέμου, της κατοχής του εμφυλίου. Τον βλέπουμε μπροστά μας να τραγουδάει, με το μπουζούκι και το μπαγλαμαδάκι του, "Συννεφιασμένη Κυριακή" - "Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι" - "Κάποια μάνα αναστενάζει" - "Αχάριστη" και τόσα άλλα αριστουργήματα της λαϊκής μουσικής τέχνης!

(Διασκευή: από διάφορες πηγές που αναφέρονται στη ζωή και το έργο του Βασίλη Τσιτσάνη)

athinaios@t-online.de

 

 

Όταν "κοιμάσαι" άλλος  γράφει ιστορία
ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ

 Εμείς το αραχάνθος τα σκορπίδια, οι διάττοντες, επιβήτορες στη ξένη γη, μέσα στο σκοτάδι της μέρας, στ' αχνάρια του Διογένη, με τη βούληση μας, να θεμελιώσουμε την υποδομή του ελληνικού οράματος. Να βρούμε τη χαμένη μας ταυτότητα...!
Μάγειρας

 Όποιος ελέγχει το παρόν,
ελέγχει και το παρελθόν.
 Όποιος ελέγχει το παρελθόν,
"καθορίζει"
το μέλλον
George Orwell

   

Θερμοπύλες
Κ.Καβάφης 1903

Τιμή σ' εκείνους όπου στην ζωή των
Ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες
Ποτέ απ' το χρέος μη κινούντες.
Δίκαιοι κ' ίσιοι σ' όλες των τες πράξεις.
Αλλά με λύπη κιόλας κι ευσπλαχνία.
Γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
Είναι πτωχοί, πάλ' εις μικρόν γενναίοι,
Πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε.
Πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.
Και περισσότερη τιμή τους πρέπει
Όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
Πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος.
Κ΄ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.

 

Το κείμενο εκφράζει την άποψη του συγγραφέα
κεντρική σελίδα

ΑΡΧΕΙΟ

Ούλε τε καί μάλα χαίρε, θεοί δέ τοι όλβια δοίεν
Νά είσαι καλά καί νά χαίρεσαι, οι θεοί δέ νά σού δίδουν ευτυχία. (Οδύσσεια Ω 402.)