η φωνή σου

η στήλη μας

Μετανάστης
Αδέσμευτο περιοδικό στο διαδίκτυο

Εκδίδεται από επιτροπή

metanastis@metanastis.com


Κι εσύ λαέ βασανισμένε πληρώνεις την αδιαφορία σου 

ΕΠΕΨ
Επιστολική Ψήφος

Λογοτεχνία της διασποράς  ΕΕΣΠΗ

Ελληνική Γλώσσα 

Ελληνική Μουσική

Τέχνη & Πολιτισμός

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

ΜΑΥΡΑΚΟΚΚΙΝΑ 

Ποίηση

Ενδιαφέροντες
Κόμβοι

Επιστολές

Αρχείο

Αθήνα 2004

Athens 2004

Αλέξανδρος ο Μέγας

Alexander der Grosse

 

 

  

Ίμβρος
ένα πανηγύρι αλλιώτικο απ' τα άλλα

Η πρόσκλησις προήρχετο από τον νέο μητροπολίτη Ίμβρου και Τενέδου κύριο Κύριλλο. Δεν είναι πρόσκλησις, είπε στον γράφοντα τηλεφωνικώς, είναι παράκλησις. Και πώς ν' αρνηθείς μιά τέτοια παράκλησι; Να παραστής δηλαδή στην ενθρόνισί του στην πολύπαθη Ίμβρο;
Παραμονή της ενθρονίσεως και ξεκινάμε από την Πόλι. Ώρα πέντε το πρωί. Από την πλατεία Ταξίμ. Όλοι και όλοι δεκαπέντε άτομα. Ο μέγας Οικονόμος π. Μελέτιος με την πρεσβυτέρα 'Αννα, άλλοι ένδεκα ομογενείς και τέσσερις εμείς, οι Ελλαδικοί. Μέσα σ' ένα μικρό τουριστικό λεωφορείο πέντε ώρες ταξιδιού ως το Kabatepe. Το πορθμείον είναι εκεί και μας περιμένει. Φθάσαμε επάνω στην ώρα. Αλλά δεν μας παίρνει. Δεν χωράμε. Έχει γεμίσει με φορτηγά που κουβαλούν τσιμεντοσωλήνες. Το δικό μας μένει έξω. Εμείς μπαίνουμε. Ένα πλοίο ναυπηγήσεως 1951. Kasim pasa το όνομά του. Σκουριά και φθορά. Τρύπες βουλωμένες με τσιμέντο. Πατώματα φαγωμένα απ' την αλμύρα της θάλασσας μπαλωμένα με πίσσα. Για τα "ιδιαίτερα" ας μη γίνεται λόγος. Αλλοίμονο σ' αυτόν που φορεί ράσα. Ξεκινάμε. Αργά, αργά. Ευτυχώς που η θάλασσα δεν έχει ανηφόρες. Αν είχε, δεν θα φθάναμε ποτέ.
Φαίνονται τα βουνά της Ίμβρου. Gokceada κατά τους κρατούντας. Βουνά κακοτράχαλα, γυμνά. Βράχοι απορρώγες, αλίκτυποι. Καθώς μετά δύο ώρες πλησιάζουμε ένα "τρεχαντηράκι" συναγωνίζεται σε ταχύτητα το πλοίο. Σφυρίζει χαρμόσυνα. Είναι η βάρκα του Μητροπολίτου Μύρων Χρυσοστόμου, και αυτού Ιμβρίου, η "Γοργόνα". Υποδέχεται τον Πατριάρχη. Από την κουπαστή ευλογεί και χαιρετά τους χριστιανούς που τον περιμένουν στο μουράγιο. Επί κεφαλής ο νέος Μητροπολίτης. Χαμόγελα, χαρές, ασπασμοί, ευτυχία. Και μετά στην πρωτεύουσα του νησιού, στην Παναγία. Σεμνή υποδοχή στο Επισκοπείον και λίγο αργότερα εσπερινός στον Μητροπολιτικό ναό, ακριβώς δίπλα. Η ενθρόνισις θα γίνει την επαύριον, ήτις έσει Τετάρτη 9 Οκτωβρίου. 'Αρα το απόγευμα είναι ελεύθερο. Όχι απολύτως. Υπάρχει και άλλος Ίμβριος και μάλιστα "φανατικός", ο Πατριάρχης μας. Επιθυμία του να γνωρίσουμε το χωριό του, τους αγίους Θεοδώρους. Εκεί που γεννήθηκε. Εκεί που παιδί βοηθούσε στο μαγαζί τον πατέρα του. Εκεί που ξελειτουργούσε τον παπα-Αστέριο. Να δει παληούς φίλους που μαζί παίζανε στα ξέφωτα του χωριού. Να τους σφίξη, για μιά ακόμη φορά το χέρι. Να τους κεράσει. Να τους χαρεί, να τον χαρούν.
Το μεσημέρι είχε βρέξει με το τουλούμι. Το ίδιο και την παραμονή. Όλος ο τόπος είχε γίνει μιά λάσπη. Αλλά τον Πατριάρχη δεν τον φοβίζουν οι λασπολογίες, θα τον φοβίσει η λάσπη; Εξάλλου τον περιμένουν. Θα έλθει ο "δικός" τους Πατριάρχης. Μάτια βουρκώνουν. Μαντήλια βγαίνουν. Χαιρετούμε τους λίγους που απέμειναν. Χέρια χελωνόδερμα (ίνα και του Παπαδιαμάντη μνησθώ), αργασμένα από το τσαπί και την δικέλλα. Χέρια τίμια που χαιρετώντας τα σου μεταδίδουν την αίσθησι μιας ζωής που πέρασαν, σκληρή ωσάν τα βράχια του απέναντι βουνού. Μέσα στο μικρό καφενείο χωρούν όλοι. Γυναίκες, άνδρες. Λείπουν οι νέοι, τα μικρά παιδιά. Αλλά πώς να μη λείπουν αφού δεν υπάρχουν πια; Είναι το καφενείο που κάποτε είχε ο πατέρας του.
Ο Πατριάρχης κερνά όλους. Μοιράζει κουτιά με γλυκίσματα, με σοκολατάκια. Και θυμάται.... θυμάται και διηγείται. Εδώ κούρευε ο πατέρας του. Σώζεται ακόμη η πολυθρόνα. Εδώ υπήρχε μιά καταπακτή. Κάτω στο υπόγειο διατηρούσαμε τα κρασιά, τα ποτά. Στα πανηγύρια αμέτρητες φορές ανεβοκατέβαινα για να προλάβω πανηγυριώτες...
Εγείρεται. Ο χρόνος συντέμνει. Βραδυάζει και πρέπει να πάμε και αλλού. Να πάμε στο σχολείο. Ένα σχολείο μεγάλο, έρημο, ξέσκεπο. Αγριοσυκιές ξεπροβάλλουν από τα παράθυρα σαν να βγαίνουν από τρύπες κρανίου. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που για τελευταία φορά χτύπησε το κουδούνι του δασκάλου για να πάψουν τα γέλια, οι χαρές και τα παιγνίδια, να στοιχηθούν οι μαθητές, να γίνει η προσευχή και να αρχίσει το μάθημα... Εδώ ο Πατριάρχης, και τόσοι άλλοι, έμαθε τα πρώτα γράμματα. Μα πρέπει να επισκεφθούμε τα εξωκκλήσια. Ξεκινάμε. Σε μονοπάτια από καιρό λησμονημένα. Βάτα, μερσίνες, αγριοκλήματα κάνουν το διάβα δύσκολο. Είναι και οι λάσπες. Μπροστά ο Πατριάρχης, πίσω εμείς. Κατηφορίζουμε. Μας ξεναγεί: Εδώ είναι το σπίτι του τάδε, εκεί παραπέρα του άλλου. Αυτός ζει στην Αυστραλία, ο άλλος πέθανε. Αυτό το σπίτι ποιος το έχει τώρα παπα-Γιώργη; Του εξηγεί ο παπάς του χωριού.
Πρώτη στάσις στο ναό των Ταξιαρχών. Ο Πατριάρχης ψάλλει το απολυτίκιόν τους, "Των ουρανίων στρατιών αρχιστράτηγοι". Σειρά έχει το εξωκκλήσι του Χριστού. "Τήν άχραντον εικόνα σου προσκυνούμεν αγαθέ". Ήδη νύχτωσε. Μάς μένουν όμως οι ’γιοι Θεόδωροι. Ίσως και να μας περιμένουν. Θα πάμε και εκεί. Ο Πατριάρχης ξέρει τον δρόμο. Αισθάνεται ότι γύρισε πενήντα χρόνια πίσω. Και γίνεται έλαφος αλλομένη. Παραμερίζει βάτα, ανοίγει σεσαθρωμένες αμποριές. Ξέρει κάτω από ποια πέτρα κρύβουν το κλειδί. Και το βρίσκει. Μπαίνουμε στα σκοτεινά. Ανάβουμε κεριά και ψάλλουμε: "Μεγάλα τα της πίστεως κατορθώματα!". Μαρμάρινα θωράκια τέμπλου και μιά πεσμένη κολώνα μαρτυρούν ότι εδώ υπήρχε βασιλική παλαιοχριστιανική. Απ' αυτό τον ναό πήρε το όνομά του το χωριό. Λέγουν ότι τον παληό καιρό το χωριό ήταν χτισμένο εδώ τριγύρω. Αργότερα ανέβηκαν ψηλότερα και έχτισαν τον ναό της Παναγίας. Έμεινεν όμως το όνομα.
Τα εξωκκλήσια της Ίμβρου είναι μονόκλιτες ξυλόστεγες βασιλικές χωρίς οροφή τα περισσότερα. Η στέγη τους είναι κεραμοσκεπής με πολλές βαρειές πέτρες για να μη παίρνει τα κεραμίδια ο τρελλοβορηάς. Η λιθοδομή τους είναι απλή, απέριττη. Χωρίς διακοσμήσεις. Όπως και τα σπίτια της. Είναι φτωχικά όπως οι κάτοικοι, ταπεινά όπως η αγία Ορθοδοξία μας.
Νύχτωσε για τα καλά. Φάνηκαν τα αστέρια. Χωρίζουμε. Εμείς θα μείνουμε στα Αγρίδια, στον ξενώνα του μπαρμπα-Γιώργου. Δεν αργεί να ξημερώσει. Οι πετεινοί το διαλαλούν. Σηκωθείτε. Η ενθρόνισις θα γίνει στις δέκα. Έχουμε καιρό για λίγη περιήγησι. Σε χωριά έρημα, σε ναούς με παληές μαυρισμένες εικόνες, σε σχολεία μισογκρεμισμένα, αφανισμένα από του χρόνου την φθορά. Κατοικίες μόνιμες πια νυχτερίδων, γλαυκών και φιδιών. Και κάπου, κάπου η έκπληξις: κάποιος βασιλικός, κάποια μαντζουράνα. Το γαύγισμα του σκύλου. Το νίψιμο της γάτας. Το βέλασμα του προβάτου. Εδώ υπάρχουν άνθρωποι. Υπάρχει ζωή. Γέροντες κατεσκληκότες, γερόντισσες με κεκρύφαλο -μαντήλα ήγουν- στο κεφάλι, κυρτωμένες και συγκύπτουσαι από τον χρόνο και τον πόνο. Τήν μοναξιά και την προσμονή. "Καλώς ορίσατε", "καλώς σάς βρήκαμε".
Και όλοι κατηφορίζουν προς την Μητρόπολι. Από τα χωριά, από την Πόλι, από την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη. Και στον αύλειο χώρο πηγαδάκια, χαιρετούρες, ασπασμοί. Ήλθαν για να ευχηθούν στον συμπατριώτη τους δεσπότη να είναι στερεωμένος στο νησί, να πάρουν την ευχή του. Και επί τη ευκαιρία να δουν και κάποιους από τους δικούς τους. Να ξεχάσουν για λίγο την ξενιτειά και τα βάσανά της. Να θυμηθούν, να περπατήσουν στα έρημα καλντερίμια των χωριών τους. Να κάνουν τρισάγια στους τάφους των γονιών τους.
Στις δέκα η μικρή καμπάνα του μητροπολιτικού ναού σημαίνει χαρμόσυνα. Πρώτος κατέρχεται την κλίμακα του επισκοπείου ο Πατριάρχης. Εισέρχεται στον ναό, ανάβει κερί, προσκυνεί και προχωρεί προς το άγιον βήμα, όπου και παραμένει. Κατόπιν κατέρχεται ο νέος μητροπολίτης. Ενδύεται τον μανδύα και του εγχειρίζουν την πατερίτσα. Ο κόσμος πολύς αλλά οι ιερείς ολίγοι. Τρεις μόνον ιερείς υπάρχουν στο νησί και ένας υπέργηρος στην Τένεδο. Ας ελπίσουμε ότι γρήγορα θα αυξηθούν. Το εγγυάται η παρουσία του νέου Μητροπολίτου. Εισέρχεται, λοιπόν, ο Μητροπολίτης είς το μέσον του ναού και ευλογεί χορούς και λαόν, των ψαλτών ψαλλόντων το "εις πολλά έτη". Ανέρχεται εις τον θρόνον και αρχίζει η ακολουθία. Απολυτίκια της Πεντηκοστής και του ναού. Στίχοι εκ της δοξολογίας είς ήχον βαρύν εναρμόνιον Χουρμουζίου του Χαρτοφύλακος.
Μετά το πέρας της ακολουθίας ο Πατριαρχικός διάκονος Ιωακείμ ανέγνωσεν από του άμβωνος την πράξιν εκλογής του από Σελευκείας Κυρίλλου εις Μητροπολίτην Ίμβρου και Τενέδου. Κατόπιν άρχισαν οι ομιλίες Ιμβρίων προέδρων Συλλόγων, καθηγητών, συμμαθητών του Μητροπολίτου και ομογαλάκτων εκ της Θεολογικής Σχολής Χάλκης.
Όλοι ωμίλησαν με περισσήν αγάπην διά τον νέον ποιμενάρχην. Διατράνωσαν τον σεβασμό τους προς το πρόσωπόν του. Κατέθεσαν εις τους πόδας του τις ελπίδες, τις προσδοκίες τους για το μέλλον της ρωμαίικης κοινότητος Ίμβρου και Τενέδου. Εδήλωσαν ότι θα σταθούν εις το πλευρόν του εις το δύσκολον έργον του. Όλες οι ομιλίες ήσαν υπέροχες και γεμάτες αγάπη για την πατρώαν γήν, και εμπιστοσύνην εις τάς αρετάς και τις ικανότητες του νέου Μητροπολίτου.
Κατόπιν λαμβάνει τον λόγον ο ενθρονισθείς. Λόγος μεστός, λιτός. Μεταξύ πολλών και άλλων είπε:
"Συγκινούμαι, διότι επιστρέφω εις την γενέτειράν μου ουχί ως ξένος προς ξένους, αλλ' ως οικείος δια να συναντήσω τα φιλομειδή πρόσωπα των προσφιλών συμπατριωτών μου.
Συγκινούμαι, λέγω, διότι έρχομαι να διακονήσω τάς πνευματικάς και άλλας ανάγκας της γενετείρας μου, και να αναλώσω εμαυτόν εις την διακονίαν του μαρτυρικού και πιστού λαού αυτής.
Τήν διακονίαν μου δέ ταύτην εκλαμβάνω, ως χρέος.
Χρέος, έναντι της γενετείρας μου, χρέος έναντι υμών, των αδελφών μου εν Χριστώ και φίλων και οικείων εν τη πίστει.
Έρχομαι πρός υμάς πατέρες, αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω ηγαπημένα, ουχί δια να διακονηθώ, αλλά δια να σας διακονήσω.
Έρχομαι, ουχί δια να θησαυρίσω και να δοξασθώ.
Να υπηρετήσω έρχομαι τον λαόν του Θεού, έναν λαόν ο οποίος είναι άξιος πάσης βοηθείας και συμπαραστάσεως.
Έρχομαι, δια να ενθρονισθώ, εν αγάπη Χριστού, μέσα εις τάς καρδίας σας, μέσα εις την καρδίαν του καθενός σας.
Και εάν αυτό το κατορθώσω πολλήν θα δοκιμάσω χαράν και καύχησιν εν Κυρίω.
Ουδέποτε θα ζητήσω τι δια τον εαυτόν μου, θα ζητώ όμως δια την Επαρχίαν μου, δια τους ευλογημένους χριστιανούς μου, αυτό άλλωστε, έπραξα μέχρι σήμερον όπου κι αν με έταξεν η Εκκλησία.
Εν τη διοικήσει της Επαρχίας ταύτης θα είμαι ουχί ο δεσπότης, αλλά ο πατέρας και αδελφός σας."

Κατακλείων τον λόγον απηυθύνθη πρός τον Πατριάρχην.
"Θέλω να είσθε βέβαιος, Παναγιώτατε, ότι θα παραμείνω πιστός εις την Εκκλησίαν και εις τον Κύριον της Εκκλησίας, αλλά και αφοσιωμένος εις τον Οικουμενικόν Θρόνον, και εις τον προκαθήμενον Αυτού, τον Πατριάρχην της υπ' ουρανόν Ορθοδοξίας, κύριον κύριον Βαρθολομαίον τον Ίμβριον."
Εξελθών του Αγίου Βήματος ο Πατριάρχης ωμίλησε τελευταίος μετά βίας κρύπτων την συγκίνησίν του, αποστραγγίσας πρότερον τα δάκρυά του.
"Εορτή και πανήγυρις είναι σήμερα δια την Ίμβρον και τους απανταχού Ιμβρίους. Και πώς θα ημπορούσα να λείψω από αυτήν την ευφρόσυνον ημέραν εγώ που όλη η ύπαρξίς μου δονείται και συγκλονίζεται εις το άκουσμα και μόνον του ονόματος της Γενετείρας και εις την ανάμνησιν των εν αυτή παιδικών και νεανικών μου χρόνων;
Ιδού, λοιπόν, και εγώ εν τω μέσω όλων υμών των συμπατριωτών μου, των συναθροισθέντων εις την φίλην πατρίδα δια την ενθρόνισιν του νέου ποιμενάρχου αυτής, του και γόνου αυτής, Ιερωτάτου αδελφού εν Χριστώ, κ. Κυρίλλου· ο οποίος εν υπακοή προς την Εκκλησίαν, ως αρμόζει εις κληρικόν, εδέχθη το επίταγμα και ήλθε να εργασθή εις το εδώ γεώργιον του Κυρίου με "ζήλον αληθινόν δια το κοινόν της πατρίδος συμφέρον". Η μέχρι τούδε πολυετής διακονία του εν τη Εκκλησία εγγυάται περί της επιτυχίας της εδώ ποιμαντορίας του. Διότι και αγάπην πολλήν έχει προς όλους -και μάλιστα τους κοπιώντας και πεφορτισμένους της ζωής- και καταδεκτικότητα και απλότητα και χιούμορ και, πρό πάντων, φόβον Θεού και αγάπην πρός την Ίμβρον.
Αυτή η αγάπη προς την πατρίδα έφερε τον άγιον Ίμβρου να την διακονήση. Και από σήμερα επισήμως θέτει την χείρα επί το άροτρον. Θα περιέρχεται τα χωριά -πάντοτε με το χαμόγελό του- και θα στηρίζει τους έχοντας ανάγκην, θα περικρατή το γήρας, θα επισκέπτεται τους ασθενείς, θα συντροφεύει την μοναξιά των πολλών κατά τίς ατελείωτες νύκτες του χειμώνα, θα προσεύχεται για ένα καλύτερο αύριο της Γενετείρας, θα περιμένει κάθε καλοκαίρι τα αποδημητικά πτηνά της -κι εμείς όλοι θα τον στηρίζουμε: η Μητέρα Εκκλησία, προσωπικώς ο Ίμβριος Πατριάρχης, τα σωματεία των Ιμβρίων του εξωτερικού, οι επιμέρους απανταχού Ίμβριοι προσωπικά, αλλά προ παντός θα τον στηρίζει και θα τον ενισχύει η χάρις του Αρχιποίμενος Χριστού, εις τον οποίον παιδιόθεν αφιερώθηκε ο νέος προσφιλής ποιμενάρχης μας. Θερμή θα ανεβαίνει υπέρ αυτού η προσευχή μας εις τον Θρόνον του Κυρίου."

Ανεφέρθη ακολούθως εις τους ξενιτευμένους Ιμβρίους και τους παρώτρυνε να επιστρέψουν -ιδίως οι συνταξιούχοι- στις προγονικές τους εστίες.
Ευχαρίστησεν όλους -και τον Τούρκον έπαρχον- δια την παρουσίαν των και προσέφερε μίαν ράβδον εις τον Μητροπολίτην αναφωνήσας τρίς το "’ξιος".
Αυτή η μυριόστομος ιαχή επανελήφθη πολλάκις υπό του λαού.
Τέλος εψάλη ο πολυχρονισμός του Μητροπολίτου και του Πατριάρχου. Αφού εδέχθη ο ενθρονισθείς τα συγχαρητήρια και τάς ευχάς όλων, εξήλθε του ναού εν μέσω λαού κραυγάζοντος το άξιος, άξιος και χειροκροτούντος - είδος τούτο έξωθεν επ' εσχάτων εισαχθέν.
Επηκολούθησαν τα κεράσματα. Γλυκίσματα, ποτά, αναψυκτικά. Προς όλους. Χριστιανούς και Μουσουλμάνους. Τα παιδάκια του διπλανού σχολείου - άλλωτε ρωμαίικου - έκαμαν ουρά για να κεραστούν και μερικά επανέρχονταν και δυο και τρεις φορές. Χαλάλι.
Το μεσημέρι παρετέθη γεύμα στο Κάστρο πρός πάντας τους εκ της αλλοδαπής προσελθόντας.
Το απόγευμα και πάλιν από την γέφυρα του πορθμείου ο Πατριάρχης κρατώντας κλάδους βασιλικού, ευλογούσε τους χριστιανούς που τον απεχαιρέτησαν στην προκυμαία. Το καράβι σιγά-σιγά απομακρύνεται. Ο ήλιος πέφτει πίσω απ' τα βουνά της Ίμβρου. Η πανήγυρις τελείωσε. Από αύριο αρχίζουν τα βάσανα για τον νέο Μητροπολίτη. Προβλήματα σοβαρά, δυσεπίλυτα ή και άλυτα. Το ποίμνιο των 250 γερόντων ίσως αύριο γίνει 249 και μεθαύριο;
Στεκόμουν και εγώ ο τάλας σε μιάν άκρη και έβλεπα το νησί που χανόταν απ' τα μάτια μου. Μου έρχονταν στο νου όλα όσα είδα και όσα άκουσα. Πού δεν ήσαν διόλου ευχάριστα. Μου ήλθαν σκέψεις απαισιόδοξες για το μέλλον του νησιού. Αλλά πάλιν τα αδύνατα. Παρά τοίς ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ.
Μου ήλθε στο νου η φράσις της Σκάρλετ Ο' Χάρα στο "Όσα παίρνει ο άνεμος": "Tomorrow is another day". Αύριο ξημερώνει μιά άλλη ημέρα.
Ας ευχηθούμε ότι θα είναι καλύτερη. Και για τον νέο δεσπότη και για το νησί. Το αξίζουν.

Αρχιμ. Δοσίθεος

Το κείμενο εκφράζει την άποψη του συγγραφέα

 

Όταν "κοιμάσαι" άλλος γράφει ιστορία
ο μετανάστης

κεντρική σελίδα

 ΑΡΧΕΙΟ